Ὑλλεῖς

Ὑλλεῖς
Ὑλλής
masc nom/voc pl (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Υλλείς — οι / Ὑλλεῑς, ΝΑ (στην αρχαιότητα) μία από τις τρεις παλαιότατες δωρικές φυλές, η οποία είχε ως επώνυμο ήρωά της τον Ύλλο, γιο τού Ηρακλέους και τής Δηιάνειρας. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Επικρατέστερη φαίνεται η άποψη ότι ο τ. συνδέεται με το… …   Dictionary of Greek

  • ύλλος — Γιος του Ηρακλή από τη Δηιάνειρα, σύζυγος της Ιόλης. Υιοθετήθηκε από τον Αιγίμιο, βασιλιά των Δωριέων της Θεσσαλίας, και ηγήθηκε εκστρατείας Δωριέων στην Πελοπόννησο, για ν’ αποκατασταθεί στο θρόνο της Τίρυνθας, που είχε στερήσει ο Ευρυσθέας από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”